H πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA) είναι o κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) που εγκρίθηκε με στόχο την καταπολέμηση της εμφάνισης και διάδοσης παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο και την ενίσχυση της διαφάνειας στην ψηφιακή διαφήμιση. Η DSA εφαρμόζεται σε online πλατφόρμες, μεταξύ των οποίων κοινωνικά δίκτυα, πλατφόρμες διαμοιρασμού περιεχομένου (content-sharing platforms), πλατφόρμες ηλεκτρονικών αγορών και διαδικτυακές μηχανές αναζήτησης.
Αν και οι προβλέψεις της DSA δεν αφορούν άμεσα τους διαφημιζομένους, αναμένεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις πρακτικές διαφήμισης που ακολουθούνται στην ΕΕ. Θεσπίζοντας περιορισμούς στη στοχευμένη διαφήμιση που βασίζεται σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και στη διαφήμιση που απευθύνεται σε ανηλίκους, η DSA θα επηρεάσει άμεσα τον τρόπο με τον οποίο οι διαφημιζόμενοι προσεγγίζουν τους καταναλωτές στο διαδίκτυο. Οι νέοι κανόνες διαφάνειας που προβλέπονται από την DSA θα παρέχουν στους καταναλωτές λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις διαφημίσεις που βλέπουν και τους λόγους για τους οποίους τις βλέπουν, ενώ η αυξημένη ευθύνη/λογοδοσία των online πλατφορμών όσον αφορά στην εποπτεία του περιεχομένου τους, θα ενισχύσει τις προσπάθειες των διαφημιζόμενων για brand safety, όπως ενδεικτικά την προσπάθεια που γίνεται από την GARM (Global Alliance for Responsible Media), (link) της οποίας ηγείται η WFA.
Η DSA αναμένεται να τεθεί σε ισχύ τον Αύγουστο του 2023 για τις “πολύ μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες”, όπως η Meta και η Google και στις 17 Φεβρουαρίου 2024 για όλες τις υπόλοιπες πλατφόρμες που λειτουργούν εντός της ΕΕ. Η DSA ενδέχεται, όπως και το GDPR, να αποτελέσει σημαντικό προηγούμενο, επηρεάζοντας τη μελλοντική χάραξη πολιτικής παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές (DMA) αποτελεί το αντιμονοπωλιακό αντίστοιχο της DSA και έχει σχεδιαστεί με σκοπό να δημιουργήσει δικαιότερες και ανταγωνιστικότερες ψηφιακές αγορές. Καθορίζει υποχρεώσεις για τους λεγόμενους «ρυθμιστές της πρόσβασης» (gatekeepers), δηλαδή τις πλατφόρμες των οποίων οι υπηρεσίες διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο στις ψηφιακές αγορές, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς ψηφιακής διαφήμισης (digital advertising market). Όπως η DSA, έτσι και η DMA, δεν επιβάλλει καμία άμεση υποχρέωση στους διαφημιζομένους, αλλά ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στο διαφημιστικό οικοσύστημα.
Η DMA απαγορεύει στους «ρυθμιστές της πρόσβασης», όπως η Google και η Meta, να υιοθετούν συγκεκριμένες συμπεριφορές, όπως η προτιμησιακή συμπεριφορά (self-preferencing) και θεσπίζει την υποχρέωσή τους να λειτουργούν με διαφάνεια όσον αφορά την παροχή των διαφημιστικών τους υπηρεσιών. Με αυτό τον τρόπο, ενισχύονται οι προσπάθειες των διαφημιζομένων για αξιολόγηση της απόδοσης των διαφημιστικών τους καμπανιών στις διάφορες πλατφόρμες και για έλεγχο της διαφημιστικής τους επένδυσης με στόχο τη βέλτιστη απόδοση του διαφημιστικού τους budget. H DMA περιορίζει ακόμα τη δυνατότητα των Google και Meta να συνδυάζουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγουν από τις διάφορες υπηρεσίες τους για διαφημιστικούς σκοπούς, χωρίς τη συγκατάθεση του χρήστη. Αυτό αναμένεται να επηρεάσει τη δυνατότητα τέτοιων πλατφορμών να δημιουργούν ατομικά προφίλ με βάση αναλυτικά προσωπικά δεδομένα (granular profiles) που χρησιμοποιούνται για στοχευμένη διαφήμιση.
Η DMA αναμένεται να τεθεί σε ισχύ το Μάρτιο του 2024 για μεμονωμένες υπηρεσίες των πλατφορμών που θα οριστούν ως «ρυθμιστές της πρόσβασης» (gatekeepers), οι οποίες ενδέχεται να περιλαμβάνουν τις διαφημιστικές υπηρεσίες των Google και Meta. Όπως η DSA, έτσι και η DMA, αναμένεται να αποτελέσει πρότυπο για τις ρυθμιστικές αρχές παγκοσμίως.
Ο ΣΔΕ παρακολουθεί συστηματικά μέσω της συνεργασίας του με την WFA (World Federation of Advertisers) όλα τα στάδια και τις εξελίξεις όσον αφορά στο ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ για το Digital και τις μεγάλες πλατφόρμες και ενημερώνει τακτικά τα μέλη του για την πρόοδο αναφορικά με τις DSA (Digital Services Act) και DMA (Digital Markets Acts) μέσα από Ενημερωτικά Δελτία, συνεντεύξεις και σχετικά άρθρα.